Τα ακόλουθα άρθρα δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα «Δρόμος της Αριστεράς» στο φύλλο του Σαββάτου στις 6-11 σε αφιέρωμα με τίτλο: «Βιοπολιτικός ολοκληρωτισμός και υγειονομικό απαρτχάιντ: Υπάρχει μια αριστερή απάντηση;» με επιμέλεια αφιερώματος από τον Φώτη Τερζάκη.
Εισαγωγή: Φώτης Τερζάκης
Αν πιστέψουμε μια ρητορική την οποία υιοθετεί όλο και περισσότερος κόσμος τελευταία, η αντίθεση δεξιά-αριστερά δεν λειτουργεί πια. Κι έχει πολλά εύλογα επιχειρήματα υπέρ της. Η σταδιακή εξομοίωση των πολιτικών προγραμμάτων —και κυρίως της πολιτικής πρακτικής— των κοινοβουλευτικών κομμάτων όλου του φάσματος σε παγκόσμιο επίπεδο, η πληθωριστική και αόριστη χρήση του όρου «αριστερά» στον σύγχρονο πολιτικό λόγο, η αποδοχή των καπιταλιστικών παραμέτρων του παιχνιδιού εκ μέρους των αυταποκαλούμενων «αριστερών» καθεστωτικών κομμάτων και/ή κυβερνήσεων, ο ιλιγγιώδης κατακερματισμός του χώρου της εξωκοινωβουλευτικής αριστεράς (περιλαμβανομένου του αυταποκαλούμενου «αναρχικού» χώρου) και η ομφαλοσκοπική τους επικέντρωση σε κακοχωνεμένα στερεότυπα που δεν αντέχουν σε μια κριτική παραβολή με την τρέχουσα πραγματικότητα, όλα κάνουν μια τέτοια ρητορική ν’ ακούγεται εύλογη.
Είναι άλλωστε αλήθεια ότι στα δραματικότερα πολιτικά γεγονότα της τελευταίας δεκαετίας —την παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση και τις συνέπειές της σε πολιτικά αδύναμες χώρες, όπως η Ελλάδα· και σήμερα την επιβολή μιας παγκόσμιας δικτατορίας με υγειονομικό πρόσχημα— τα στρατόπεδα χαράχτηκαν κατά μήκος γραμμών που έτεμναν εγκαρσίως το πολιτικό φάσμα. Στην Ελλάδα για παράδειγμα, μόλις χθες, όταν το ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό σύστημα απαίτησε την συντριβή της, οι πολιτικές αντιδράσεις παγιώθηκαν στην αντίθεση «μνημόνιο-αντιμνημόνιο», η οποία δίχασε βαθιά τόσο τη δεξιά όσο και την αριστερά· το υπάρχον πολιτικό σύστημα με τις παραδοσιακές του ταυτότητες και ισορροπίες άρχισε να θρυμματίζεται.
Σήμερα, το «ανορθόδοξο» αυτό ρήγμα μοιάζει να έχει βαθύνει απεριόριστα. Απέναντι σε μια πολιτική υπαγωγής της ιατρικής σε αστυνομικό εγχείρημα (κάτι του οποίου προπομπός υπήρξε η ψυχιατρική, να μην το ξεχνάμε) από τους ίδιους τούς θεσμούς και τα τραστ συμφερόντων που κινούν την κεφαλαιοκρατική παγκοσμιοποίηση, μια πολιτική που αντιγράφει στρατηγικές δοκιμασμένες μόνο από τον μεσοπολεμικό ναζισμό, οι οποίες έχουν ρητά καταδικαστεί απ’ όλες τις διεθνείς συμβάσεις και το κατ’ αναλογίαν διαμορφωμένο δίκαιο, φαίνεται σαν να μην υπάρχει ξεκάθαρη «δεξιά» ή «αριστερή» απάντηση. Όσο παράδοξο κι αν μοιάζει αυτό εκ πρώτης όψεως, είναι η ίδια η καθεστωτική αριστερά (η κοινοβουλευτική ασφαλώς, αλλά κι ένα σημαντικό κομμάτι του εξωκοινοβουλευτικού της χώρου) που προκάλεσε αυτή τη σύγχυση με την ενεργητική της συστράτευση στη συμμαχία των κρατούντων.
Αν ωστόσο δούμε από πιο κοντά τις διεργασίες μέσα στις ίδιες τις κινητοποιήσεις και τις συλλογικότητες των «αντιμνημονιακών» χθες, και των λεγόμενων «αντιεμβολιαστών» σήμερα, θα διαπιστώσουμε ότι ανακύπτουν διαρκώς διχασμοί και διασπάσεις τα οποία, παρά τις απελπισμένες προσπάθειες να συγκαλυφθεί η βαθύτερη αιτία τους, δεν είναι άλλο από την επανερχόμενη διαίρεση ανάμεσα σε αριστερές και δεξιές οπτικές και στάσεις. Οι ίδιες οι βεβιασμένες διακηρύξεις περί «υπέρβασης των πολιτικών διαχωρισμών», περί «εθνικής ενότητας» ή «ομοψυχίας απέναντι στον κοινό εχθρό», μαρτυρούν την οδυνηρή επίγνωση εκείνου που πασχίζουν να απωθήσουν: ότι σε μια κοινωνία χασματικών ταξικών ανισοτήτων δεν μπορεί να υπάρξει ούτε «ενότητα» ούτε «ομοψυχία», και ότι, αν οι όροι «αριστερά» και «δεξιά» εξακολουθούν να δηλώνουν ταξικά βιώματα και αξίες, είναι ανυπέρβατοι στον σύγχρονο κόσμο.
Για να συνεννοηθούμε, λοιπόν, πρέπει να διαχωρίσουμε την εμπειρική από την κανονιστική έννοια της Αριστεράς: είναι ανόητο δηλαδή να την ταυτίζουμε με όποιον απλώς διεκδικεί αυτό το όνομα – πράγμα που ισχύει βεβαίως και για τη Δεξιά... Αν οι όροι έχουν ακόμα κάποιο νόημα και δεν είναι απλό παιχνίδι με τις λέξεις, «δεξιά» και «αριστερά» σηματοδοτούν τρόπους ένταξης στη δομή του κοινωνικού μας κόσμου, βιώματα που πηγάζουν από αυτή την ένταξη και μορφές συνείδησης στις οποίες αυτά τα βιώματα αποκρυσταλλώνονται. Πράγμα που σημαίνει, ανεξαρτήτως του πώς αυτοπροσδιορίζεται κάποιος, είναι το περιεχόμενο της πρακτικής του και το αξιακό υπόβαθρο αυτής της πρακτικής που ορίζουν —ή πρέπει να ορίζουν— το πολιτικό του πρόσημο.
Τόσο στον αντιμνημονιακό αγώνα που κορυφώθηκε την περίοδο 2010-12, όσο και στην κινητοποίηση ενάντια στην ιατρικοποιημένη καταστολή που βρίσκεται αυτή ακριβώς τη στιγμή στην δραματικότερη φάση της, είδαμε παράξενες «συστρατεύσεις» ακροαριστερών και ακροδεξιών χώρων – πράγμα που ευνόησε την πανούργα ρητορική των «δύο άκρων» ως εργαλείο δυσφήμισης κάθε κοινωνικής διαμαρτυρίας εκ των κάτω (συχνά υπό τον αόριστα συμπεριληπτικό όρο «λαϊκισμός»). Και η καθεστωτική «αριστερά» επωφελήθηκε τα μέγιστα, διότι απαξιώνοντας ως «ακροδεξιό» κάθε σκίρτημα ενάντια στην επιβαλλόμενη νομιμότητα αντλούσε «πολιτικώς ορθό» άλλοθι για τους ελεεινούς συμβιβασμούς της. Ωστόσο —το έχω πει πολλές φορές— το νόημα μίας θέσης ή μιας πράξης δεν κρίνεται στο «δια ταύτα» αλλ’ από την όλη συλλογιστική πορεία μέσω της οποίας φτάνει κάποιος εκεί. Τα χρόνια της Βαϊμάρης, κριτική στο αστικό κοινοβούλιο έκανε τόσο το φασιστικό κίνημα όσο και η κομμουνιστική αριστερά· θα ήταν ηλίθιος όποιος επιχειρούσε να τους αποδώσει την ίδια σημασία.
Αν το περιεχόμενο μιας πρακτικής είναι αλληλένδετο με τη συλλογιστική πορεία μέσω της οποίας δικαιολογείται, αυτό είναι το αληθινό πεδίο δοκιμασίας μιας αριστερής πολιτικής ενάντια στον κλιμακούμενο βιοπολιτικό έλεγχο, πέρ’ από ανέξοδες αντιδεξιές ή αντιφασιστικές κορώνες. Υπάρχει, ρωτάμε, ένας αριστερός τρόπος ανάγνωσης αυτού που συμβαίνει σήμερα παγκοσμίως, και του τρόπου με τον οποίον μεταβιβάζεται στη χώρα που τυχαίνει να ζούμε; Αλλά και αντιστρόφως: υπάρχει τρόπος να καταλάβουμε αυτό που συμβαίνει χωρίς μια διεισδυτική ανάλυση του παγκόσμιου καπιταλισμού, της κρίσης του και των στρατηγικών αυτοάμυνας που αναπτύσσει απέναντι σε αυτή την κρίση; Απ’ όσο ξέρω, μόνο η μακρά κινηματική παράδοση της αριστεράς έχει στο ρεπερτόριό της έννοιες κατάλληλες για μια τέτοιαν ανάλυση, και μόνο εφόσον είναι σε θέση να τις ξανακάνει δραστικές (με τις απαραίτητες κριτικές τροποποιήσεις, ασφαλώς) θα δικαιούται να διεκδικεί αυτό το όνομα και αυτή την κληρονομιά.
Με τέτοια ερωτήματα κατά νου απευθύνθηκα γι’ αυτό το αφιέρωμα σε πρόσωπα και συλλογικότητες που αντιστάθηκαν στο τρομακτικό εγχείρημα παραπλάνησης και καταστολής που φέρει το κωδικό όνομα «πανδημία Covid-19». Η παρουσία και η δράση τους είναι μια υπόσχεση ότι η ολοκληρωτική μετάλλαξη του παγκόσμιου καπιταλισμού δεν θα είναι χωρίς ανθρώπινες αντιστάσεις – και δίνουν ήδη έναν πολύ δύσκολο αγώνα σε τρία μέτωπα: ενάντια στη συστημική επιβολή με εκτελεστικό βραχίονα την παρούσα κυβέρνηση, ενάντια στους ακροδεξιούς/εθνικιστικούς σφετεριστές της λαϊκής αντίδρασης, κι ενάντια σε μια συνθηκολογημένη «αριστερά» που λειτουργεί απροκάλυπτα σαν μοχλός της κυβερνητικής πολιτικής. Η συμμετοχή τους είναι ταυτόχρονα μια πρόχειρη χαρτογράφηση ενός ριζοσπαστικού κινηματικού χώρου που τώρα (ανα)δημιουργείται – σε καμία περίπτωση πάντως εξαντλητική: υπάρχουν πολλοί ακόμη με τους οποίους δεν ήρθαμε σε επαφή ή με τους οποίους δεν ευοδώθηκε, για συγκυριακούς λόγους, η συνεργασία.1 Ας πούμε, για την ώρα, ότι συνομιλούμε μαζί τους ανάμεσ’ από τις γραμμές.
Δημήτρης Μπελαντης (δικηγόρος): Η υγειονομική κρατική διαχείριση, η Αριστερά και η αρχαία σκουριά της
Ο ίδιος ο τίτλος του κειμένου αυτού εγείρει ορισμένα προβλήματα σαφήνειας και ορισμού. Ενάμιση χρόνο μετά την εμφάνιση της πανδημίας του Covid-192, είναι ακόμη ασαφέστερο το τί πλέον σημαίνει ο όρος «Αριστερά», από τί είναι και πώς λειτουργεί ο ιός αυτός και η αντίστοιχη ασθένεια. Υπάρχει, κατ’ αρχάς μια ιστορικότητα των εννοιών. «Αριστερά» από την Γαλλική Επανάσταση και μετά, και ακόμη σαφέστερα μετά την Ρώσικη Επανάσταση ή Επαναστάσεις, ήταν η παράταξη και ο χώρος που ήθελε να αποσπάσει την εξουσία και τους υλικούς πόρους ή τα μέσα παραγωγής από την καπιταλιστική τάξη και να τους μεταφέρει στην εργατική τάξη και τις άλλες λαϊκές τάξεις και στρώματα, ενισχύοντας τα δικαιώματα και ελευθερίες όλης της κοινωνίας – είτε με τρόπο μεταρρυθμιστικό είτε με τρόπο επαναστατικό. Ήταν επίσης η παράταξη του εργατικού κινήματος με αναφορά στον μαρξισμό και, λιγότερο, στον αναρχισμό, ο οποίος βασικά δεν αποδεχόταν την έννοια της «Αριστεράς».
Εδώ και κάποιες δεκαετίες, η μεν επανάσταση φαίνεται να έχει «ανασταλεί» η δε μεταρρύθμιση ακόμη και σε καπιταλιστικά πλαίσια να έχει βαλτώσει, σε συνθήκες θριάμβου του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού. Η ματαίωση του πειράματος ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα και η υποταγή του στο κεφάλαιο και την ΕΕ βάθυνε ακόμη περισσότερο την κρίση αξιοπιστίας της Αριστεράς και μάλιστα όχι μόνο του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ. Σήμερα, μιλώντας για Αριστερά, μπορεί κανείς να εννοεί δύο πράγματα: είτε τις οργανώσεις και κόμματα που πηγάζουν γενεαλογικά από αυτήν την παράδοση και διακηρυκτικά αναφέρονται σε αυτήν: η «Υπαρκτή Αριστερά». Είτε το πολύμορφο, βέβαια, και με πολλές τάσεις πλαίσιο ιδεών, αρχών και στρατηγικών που αναφέρονται στην ανατροπή του καπιταλισμού και την οικοδόμηση μιας δίκαιης κοινωνίας, ανεξάρτητα από τον φορέα τους ή το αν υπάρχει καν σήμερα τέτοιος φορέας. Και πάλι, χάριν συνεννόησης, θα χρησιμοποιώ τον όρο Ιδέες της Αριστεράς.
Δεν χρειάζεται να επαναλάβω όσα έχω γράψει αλλού: η κρατική διαχείριση της πανδημίας, ιδίως από το φθινόπωρο του 2020 και μέχρι σήμερα, έχει αποτελέσει το πρόσχημα και τη δικαιολόγηση για μια όλο και πιο αυταρχική μορφή διακυβέρνησης που πιθανόν να εγκυμονεί και μια οξύτερη ακόμα πολιτειακή μεταβολή προς ολοκληρωτική καπιταλιστική κατεύθυνση. Βάσει της κρατικής εργαλειοποίησης της προστασίας της δημόσιας υγείας και ιδίως της λογικής του καθολικού εμβολιασμού με την χρήση καταναγκαστικών μέσων ή κινήτρων, προχώρησαν α) καθεστώτα άνισης και διαφοροποιημένης πρόσβασης στον ελεύθερο χρόνο με αποκλεισμούς των ανεμβολίαστων· β) στον τομέα υγείας-πρόνοιας αναστολές εργασιακών σχέσεων των αρνούμενων να εμβολιαστούν εργαζομένων και εισαγωγή του πιστοποιητικού εμβολιασμού (Green Pass)· γ) όξυνση της ποινικής νομοθεσίας για τον έλεγχο της πληροφόρησης – νέο άρθρο 191 του ΠΚ· δ) πειθαρχικές και ποινικές διώξεις κατά γιατρών με «αιρετική» άποψη· ε) μαζική συκοφάντηση από κυβέρνηση αλλά και Αντιπολίτευση όσων έχουν για οιονδήποτε λόγο σκεπτική θέση προς τον καθολικό εμβολιασμό.
Η στάση της Αριστεράς, με βάση τις θεμελιώδεις αρχές της, θα έπρεπε να είναι ριζικά αντίθετη και ανταγωνιστική προς αυτή την πολιτική. Η ισότητα μπροστά στον νόμο και τα ανθρώπινα δικαιώματα —τουλάχιστον, σε αυτό το «στάδιο», ακόμη και για εκείνους της σταλινικής Αριστεράς— θα έπρεπε να σημαίνει τη μη στέρηση ούτε των κοινωνικών και πολιτικών αλλά ούτε και των ατομικών δικαιωμάτων, που αποτελούν την πρώτη γενιά δικαιωμάτων, όπως, μεταξύ αυτών, το δικαίωμα να ελέγχεις το σώμα σου. Και όμως, όχι. Η Υπαρκτή Αριστερά, δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΜΕΡΑ, το ΚΚΕ, η Ανταρσύα και άλλες εξωκοινοβουλευτικές αριστερές οργανώσεις, αφού τοποθετήθηκε από θέση αρχής υπέρ του καθολικού εμβολιασμού και μάλιστα με σκευάσματα που δεν έχουν ακόμη ελεγχθεί πλήρως για τις επενέργειές τους, προχώρησε σε ένα επόμενο κρίσιμο βήμα: τυπικά μεν διαφώνησε με τα κατασταλτικά μέτρα όσον αφορά ειδικά τις αναστολές εργασίας, και μετά τη διακήρυξη αυτή και μιαν αρχική αναιμική συμμετοχή στα συλλαλητήρια της ΠΟΕΔΗΝ «ξέχασε» το ζήτημα ότι μισοαπολύθηκαν (ώς τις 31-10-21 που το θέμα θα επανεξεταστεί, σύμφωνα πάντα με τον ισχύοντα ν. 4820/2021) για δύο μήνες περίπου 8.000 εργαζόμενοι στο κρίσιμο εν μέσω πανδημίας σύστημα υγείας, οι οποίοι, τηρώντας τα συνήθη μέτρα, δεν θ’ αποτελούσαν καμία πρόσθετη απειλή ούτε για τους συναδέλφους τους ούτε για τους ασθενείς, καθώς είναι πλέον δεκτό ότι οι εμβολιασμένοι με τα παρόντα εμβόλια και μολύνονται και μεταδίδουν την μόλυνση. Δεν «ξέχασε» όμως τους ψευδώνυμα «αντιεμβολιαστές» , δηλαδή όσους ήθελαν αντί των οργανώσεων της «Υπαρκτής Αριστεράς» να κινητοποιηθούν κατά των μισοαπολύσεων και των άλλων μέτρων απαρτχάιντ και όντως κινητοποιήθηκαν3. Γι’ αυτούς είχε πολλά να πει και μάλιστα συλλήβδην: ανορθολογικοί, αντιεπιστημονικοί, «ψεκασμένοι», ιδίως Ακροδεξιοί ή και φασίστες ακόμα· τραμπιστές, οπαδοί του ακροδεξιού προέδρου Μπολσονάρο, κ.ο.κ.
Γιατί, όμως, συνέβη αυτό; Είναι σημαντικό να προσπαθήσουμε να το αποκρυπτογραφήσουμε, αν θέλουμε να το αλλάξουμε. Η σημερινή Αριστερά έχει κρατήσει από το παρελθόν όχι τις ηρωικές ή τις ποιητικές στιγμές των εργατικών και λαϊκών εξεγέρσεων αλλά την ιστορική σαβούρα και σκουριά του κινήματος: όχι την δημοκρατία και τον ανθρώπινο συλλογικό ή ατομικό αυτοπροσδιορισμό, αλλά την άκριτη και μονοσήμαντη υποταγή στην τεχνοεπιστημονική εξουσία, στην ίδια τεχνοεπιστήμη που δεν βελτίωσε μόνο σημαντικά την ζωή των ανθρώπων αλλά και κατασκεύασε σε μία άλλη εκδοχή της τα αέρια του Άουσβιτς-Μπιρκενάου, τις βόμβες που κατέστρεψαν το Κόβεντρυ και την Δρέσδη, τα πυρηνικά που εξαέρωσαν τους ανθρώπους στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι και τις παγωμένες εγκαταστάσεις των σοβιετικών στρατοπέδων στην Κολιμά και τη Βορκουτά. Την τυφλή υποταγή στην συγκεντρωτική εξουσία που θυμίζει τα πειράματα της γραφειοκρατικής άρχουσας τάξης στον «Υπαρκτό Σοσιαλισμό» και που νομιμοποιεί τη σύγχρονη βιοπολιτική εξουσία του τυπικού ύστερου καπιταλισμού. Την απόρριψη των ατομικών δικαιωμάτων και την ανιστόρητη αντιπαράθεση μεταξύ δήθεν «αριστερών» κοινωνικών δικαιωμάτων και «θατσερικών» ατομικών δικαιωμάτων. Την κοντόθωρη ταύτιση του κρατισμού με την κοινωνική αλληλεγγύη. Την άνευ αρχών στάση που θέλει δικαιώματα μόνο για «εμάς τους καλούς» και καταστολή για τους «άλλους, τους κακούς» – όπου οι «άλλοι» δεν είναι, όμως, οι «ιδιοκτήτες-κουλάκοι» στη Σοβιετική Ρωσία αλλά συνάνθρωποί μας που έχουν άλλη επιλογή για το σώμα και την υγεία τους.
Προχωρώντας σε αυτό το διάβημα, η «Υπαρκτή Αριστερά» καταρρέει εκκωφαντικά – με τρόπο που θυμίζει έντονα την απροσδόκητη κατάρρευση της Σοσιαλιστικής Διεθνούς στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο (καλοκαίρι 1914, συνθηκολόγηση με τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο) ή την κατάρρευση των εργατικών κομμάτων στην Γερμανία το 1933 με την άνευ αντίστασης άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία. Μένει να δούμε τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα.
Γιώργος Νικολαϊδης (ψυχίατρος): «Τα έργα είναι παροδικά, η ενόχληση μόνιμη»
Στα χρόνια της νεότητάς μου, συχνά στα διάφορα δημόσια έργα τοποθετούνταν μια τυποποιημένη πινακίδα που έγραφε: «Η ενόχληση είναι παροδική, τα έργα είναι μόνιμα». Καθώς δε εκείνα τα χρόνια η διελκυστίνδα μεταξύ εργολάβων που εκβίαζαν για ακόμη μεγαλύτερες αμοιβές και διεφθαρμένων πολιτικών οδηγούσε στη χρόνια παραμονή των έργων και των πινακίδων, καθώς μόλις ολοκληρώνονταν επιτέλους ένα κάποιο εξ αυτών άνοιγε στο ίδιο σημείο αμέσως ένα επόμενο, ήταν συχνό ένα λογοπαίγνιο το οποίο ανέστρεφε τη σειρά των αναγραφόμενων: «Τα έργα είναι παροδικά, η ενόχληση είναι μόνιμη».
Έτσι κάπως και με τις πολιτικές του κράτους για την πανδημία. Ο κυρίαρχος λόγος γι’ αυτήν μπορεί εύλογα να συνοψιστεί στις παρακάτω προτάσεις:
1. Η πανδημία από τον Covid-19 είναι μια εξαιρετικά θανατηφόρα απειλή, «η επιδημία του αιώνα», πρωτόγνωρη για τα μέχρι σήμερα δεδομένα.
2. Ο έλεγχος της θνησιμότητας που κινδυνεύει να προκληθεί από την πανδημία στις κοινωνίες μπορούσε σε πρώτη φάση να διασφαλιστεί μόνο με την επιβολή περιοριστικών μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης (καραντίνα, απαγορεύσεις, μάσκες, κ.λπ.).
3. Ο οριστικός έλεγχος της πανδημίας μπορεί να έρθει με τον μαζικό εμβολιασμό του συνόλου του πληθυσμού με τα διαθέσιμα εμβόλια (με την επικουρική συμβολή άλλων ιατρικών μέσων, π.χ. της διαθεσιμότητας κλινών ΜΕΘ, φαρμάκων, κ.ο.κ.).
4. Τα δυο παραπάνω (τα περιοριστικά μέτρα και ο μαζικός εμβολιασμός) δεν προκαλούν μεγαλύτερη υγειονομική βλάβη στις κοινωνίες απ’ όση αποτρέπουν και η όποια κοινωνική βλάβη προκαλείται (οικονομική καταστροφή, αναίρεση θεμελιωδών ατομικών δικαιωμάτων) δικαιολογείται απόλυτα από το μέγεθος της απειλής την οποία αποσοβούν.
Τώρα πια όμως, πάνω από ενάμιση χρόνο μετά την έναρξη της πανδημίας, όλες οι παραπάνω προκείμενες που στηρίζουν την κυρίαρχη πολιτική ταυτοχρόνως αλληλοϋποστηριζόμενες καταρρέουν υπό το βάρος συντριπτικών εμπειρικών δεδομένων:
1. Η θνησιμότητα από την τρέχουσα πανδημία δεν φαίνεται να υπερβαίνει πουθενά —ακόμη και στις χώρες που δεν έλαβαν παρά ελάχιστα περιοριστικά μέτρα— εκείνη μιας βαριάς επιδημίας λοίμωξης του αναπνευστικού, όντας συγκρίσιμη με τις επιδημίες της εποχικής γρίπης του 1957-1958 και του 1968-1970 (χαρακτηριστικά, το 2020 οι θάνατοι που καταχωρίστηκαν παγκοσμίως ως οφειλόμενοι στον Covid-19 ήταν παρόμοιοι σε αριθμό μ’ εκείνους που την ίδια χρονιά καταχωρίστηκαν με αίτιο τη φυματίωση). Και τούτο παρά τη ριζική αλλαγή του τρόπου καταχώρισης ενός θανάτου ως οφειλόμενου στον κορονοϊό, ανεξαρτήτως βαρύτητας υποκείμενων νοσημάτων, που επιβλήθηκε από τον ΠΟΥ και το αμερικανικό CDC μετά την έναρξη της πανδημίας (αν είχε επικρατήσει αυτό το κριτήριο στις καταχωρίσεις των θανάτων, τότε από τον ιό HIV μάλλον δεν θα είχε καταχωριστεί κανένας θάνατος τα τελευταία 50 χρόνια…).
2. Τα περιοριστικά μέτρα πουθενά δεν κατόρθωσαν να ελέγξουν ή να σταματήσουν την εξέλιξη της επιδημίας: ούτε η μετάδοση από χώρα σε χώρα σταμάτησε, ούτε η καμπύλη των θετικών στον Covid-19 «επιπεδώθηκε» πουθενά. Οι ίδιοι οι κήρυκες του πανικού που προέβλεπαν εκατόμβες θυμάτων από τον κορονοϊό έσπευσαν βεβαίως να δικαιολογήσουν την παταγώδη αποτυχία τους με «υποθετικούς λόγους του μη πραγματικού» διατυπώνοντας δημοσίως ισχυρισμούς ότι, αν δεν είχαν ληφθεί αυτά τα μέτρα, θα είχαμε πολύ περισσότερους θανάτους. Ωστόσο, παραδείγματα όπως η Σουηδία ή η Ιαπωνία (που παρεμπιπτόντως είναι η χώρα με τον πλέον γερασμένο πληθυσμό στον πλανήτη), οι οποίες δεν μπήκαν σε αυτήν τη φρενίτιδα απαγορεύσεων, αποδεικνύουν πόσο ανυπόστατοι είναι τέτοιοι ισχυρισμοί. Φυσικά, πολύ λίγο απασχόλησε τα εγχώρια Μέσα —που τόσο πολύ λοιδόρησαν τη Σουηδία για τις επιλογές της— το γεγονός ότι η Ελλάδα πλέον ξεπέρασε τη σκανδιναβική αυτή χώρα σε θνησιμότητα από κορονοϊό, και όλα δείχνουν ότι στο άμεσο μέλλον η διαφορά θα μεγαλώνει ολοένα και περισσότερο…
3. Η εξέλιξη των θανάτων από κορονοϊό σε χώρες με μεγάλη εμβολιαστική κάλυψη, είτε στο νότιο ημισφαίριο το καλοκαίρι (π.χ. Χιλή) είτε στο βόρειο τους πρώτους φθινοπωρινούς μήνες (π.χ. Ισραήλ), αλλά και διακρατικές συγκρίσεις δείχνουν ότι η επανεμφάνιση επιδημικών κυμάτων με τα ανάλογα θύματα δεν σχετίζεται με την εμβολιαστική κάλυψη του γενικού πληθυσμού. Άλλωστε —και ανεξαρτήτως από εύλογες αιτιάσεις για την αποτελεσματικότητα των επί του παρόντος διαθέσιμων εμβολίων ή του χρόνου που τελικά παρέχουν την όποια προστασία— αν ήταν με ένα εμβόλιο να σταματούσαν οι επιδημίες των λοιμώξεων του αναπνευστικού, τότε θα είχε σταματήσει και η εποχική γρίπη για την οποία διαθέσιμο και επιβεβαιωμένα αποτελεσματικό εμβόλιο υπάρχει 70 χρόνια τώρα…
4. Πέρ’ από την οικονομική αποπτώχευση σημαντικών μερίδων του κόσμου της εργασίας, τη διάλυση κάθε αυταπάτης κράτους δικαίου και ατομικών ελευθεριών και την υιοθέτηση του βιοεξουσιαστικού μοντέλου της Κίνας από τις χώρες του ΟΟΣΑ (που προκλήθηκαν πρωτοστατούντος του «ακραίου Κέντρου»), οι υγειονομικές επιπτώσεις των κυρίαρχων πολιτικών δεν άργησαν να φανούν. Για παράδειγμα, η Σουηδία είχε το 2020 αλλά και στα τρία πρώτα τρίμηνα του 2021 πολύ μικρότερη (ίσως και κάτω του 1/3) υπερβάλλουσα γενική θνησιμότητα από ό,τι η Ελλάδα. Σε όλες δε τις χώρες του lockdown και του μαζικού εμβολιασμού η παρατηρούμενη έξαρση της γενικής θνησιμότητας δείχνει πως οι κοινωνίες αυτές θα πληρώσουν τις επιλογές των ηγεσιών τους όχι μόνο με φτώχια και αυταρχισμό αλλά και με θάνατο.
Σε όλο αυτό το σκηνικό, η αυτοπροσδιοριζόμενη ως Αριστερά στις αναπτυγμένες κοινωνίες (με αξιοσημείωτες εξαιρέσεις) φάνηκε σαφώς κατώτερη των κοινωνικών αναγκών: φοβική, ενσωματώνοντας όλες τις μορφές επιστημονισμού και ακολουθητισμού του «ακραίου Κέντρου» και των ταγών του ιατροβιομηχανικού συμπλέγματος εγκατέλειψε κάθε μάχη ενάντια στην αυταρχικοποίηση της κοινωνικής ζωής, κάθε μάχη για την υπεράσπιση του δικαιώματος της πλατιάς κοινωνικής πλειοψηφίας στη ζωή. Ένα μέρος δε αυτής έφτασε να ταυτίζει κάθε διαμαρτυρία με τον τραμπισμό και την Ακροδεξιά, να υπερθεματίζει τις απόψεις του ίδιου του κράτους για την ανάγκη ακόμη αυστηρότερων απαγορεύσεων, να αναπαράγει παιδιάστικα memes των πληρωμένων κονδυλοφόρων του συστήματος, να βάζει την ταμπέλα της «ψεκασμένης» συλλήβδην σε κάθε φωνή αμφισβήτησης και του ατομικισμού σε κάθε διαμαρτυρία, να λησμονεί παντελώς ότι, εκτός από τους πολιτικούς διαχειριστές τής εκάστοτε κυβέρνησης, βασικός αντίπαλος της Αριστεράς είναι το κράτος και το κεφάλαιο.
Αυτό όμως, δεν είναι το ίδιο στον υπόλοιπο κόσμο: π.χ., στα χρόνια της πανδημίας κι εν μέσω περιοριστικών μέτρων και πολιτικών, οργανώθηκε η μεγαλύτερη απεργία όλων των εποχών στην Ινδία, πολιτικές διαδηλώσεις συντάραξαν πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής όπως η Κολομβία (στην οποία η ακραία απαγορευτική πολιτική του ακροδεξιού προέδρου Ντούκε δεν έχει βεβαίως απασχολήσει την εγχώρια Αριστερά…). Οι λόγοι και αιτίες αυτής της διαφοροποίησης σίγουρα θα μας απασχολούν επί μακρόν τα επόμενα χρόνια. Ακόμη όμως και στην Ευρώπη σιγά-σιγά το κοινωνικό κίνημα ανασυντάσσεται: από τα «κίτρινα γιλέκα» στην Γαλλία, στην απεργία των λιμενεργατών στην Τεργέστη και στις πολιτικές διαδηλώσεις της Αριστεράς στην Γερμανία, όλα δείχνουν ότι η ιστορία δεν «τελειώνει» τόσο εύκολα όσο θέλουν να ελπίζουν οι διανοούμενοι του αστισμού.
Ίσως, όμως τελειώνουν κάποιες εκδοχές της Αριστεράς. Γιατί μια Αριστερά που θα ήθελε να ακουμπάει τον κοινωνικό παλμό των υπό εκμετάλλευσιν τάξεων δεν μπορεί να μένει αδρανής απέναντι στα όσα συμβαίνουν, ούτε να κουνάει το δάχτυλο στους εξεγερμένους κρυμμένη πίσω από τους δικούς της ατομικούς φόβους. Γιατί μια άλλη, διαφορετική αριστερή πολιτική θα ήταν και είναι ακόμα εφικτή: με την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των κοινωνιών σε αντιδιαστολή με το «κρυφτούλι» και την επί της ουσίας «άρνηση» της πανδημίας που υιοθετείται από το κράτος. Μια τέτοια πολιτική θα εκφραζόταν με την αποδοχή του γεγονότος ότι ο πληθυσμός θα εκτεθεί και στον κορονοϊό (όπως άλλωστε και σε τόσες άλλες ανάλογες απειλές) και ότι αυτή η έκθεση είναι που θα μπορέσει να τερματίσει την πανδημία χωρίς να την κάνει να σέρνεται για χρόνια· και ότι μια τέτοια έκθεση μπορεί να γίνει με τις λιγότερες δυνατές απώλειες αν γίνει με παράλληλη προστασία των ευάλωτων και έκθεση των λιγότερο ευάλωτων, και ότι, σε κάθε περίπτωση, όποια πολιτική υπόσχεται μηδενικό αριθμό θυμάτων εξαπατάει εμπρόθετα το λαό. Και ότι γι’ αυτά όλα υπάρχουν και εμπειρικά παραδείγματα: η Ιαπωνία που προαναφέρθηκε —αστικό κράτος που συγκυριακά ακολούθησε διαφορετική πολιτική από τη διεθνώς κυρίαρχη— έχοντας κρούσματα της πανδημίας από τον Γενάρη του 2020, έχει σήμερα μικρότερη του 1/10 από τη θνησιμότητα της «πρωταθλήτριας του lockdown» Ελλάδας…
Όλα τα παραπάνω ξαναχαράζουν σήμερα τις διαχωριστικές γραμμές, δημιουργούν νέα πεδία πάλης, αναδεικνύουν νέα επίδικα για την Αριστερά και τα κοινωνικά κινήματα, για όσους επιμένουν να σκέφτονται και να δρουν με γνώμονα τα συμφέροντα της εργαζόμενης πλατιάς κοινωνικής πλειοψηφίας, των εκμεταλλευόμενων αυτού του κόσμου. Για όλα τα παραπάνω, είναι περισσότερο από ποτέ επίκαιρη και κοινωνικά αναγκαία η σύμπτυξη ενός πλατιού μετώπου δυνάμεων της Αριστεράς, της κοινωνικής αμφισβήτησης και της ρήξης με τις κυρίαρχες πολιτικές. Σε αυτή την κατεύθυνση, η δημιουργία ενός χώρου συζήτησης και ανταλλαγών είναι ένα πρώτο, εξαιρετικά κρίσιμο κι επιβεβλημένο βήμα.
Ζαχαρούλα Σαρρή (παιδίατρος): Υπάρχει αριστερή άποψη για το υγειονομικό πρόβλημα;
Σε πρωινή εκπομπή της ΕΡΤ η υφυπουργός, νοσοκομειακή ιατρός κ. Γκάγκα ρωτήθηκε από δημοσιογράφο για το φαινόμενο της άρνησης αρρώστων με Covid-19 να δεχθούν να διασωληνωθούν και να μπουν σε μηχανικό αερισμό σε μονάδα εντατικής. Η υπουργός απέφυγε ν’ απαντήσει στο ερώτημα λέγοντας ότι έχει σαν αιτία του ένα σύνολο προβλημάτων.
Τί μπορεί να απαντήσει μια νοσοκομειακή γιατρός-υπουργός όταν γνωρίζει ότι τρεις ΜΕΘ στη χώρα είχαν θνητότητα 100% μέχρι το καλοκαίρι και δεν υπήρξε καμία αιτιολόγηση του γεγονότος από κανέναν αρμόδιο (διοικητή νοσοκομείου, υπουργό κ.ά); Τί να απαντήσει όταν γνωρίζει πόσο υποστελεχωμένες είναι οι ΜΕΘ και τα νοσοκομεία; Πόσες προσλήψεις ιατρικού και κυρίως νοσηλευτικού προσωπικού χρειάζονταν τα κρεβάτια ΜΕΘ —που η κυβέρνηση καμαρώνει ότι διπλασίασε— για να λειτουργήσουν, και πόσες έγιναν;
Για να δεχθεί ένας άνθρωπος που έχει συνείδηση της κατάστασης του, ή οι συγγενείς του, να υποστεί μία τόσο παρεμβατική ιατρική πράξη όσο η διασωλήνωση, θα πρέπει να έχει προϋπάρξει μια σχέση εμπιστοσύνης. Με τον πρωτοφανή τρόπο που λειτούργησαν τα νοσοκομεία στη διάρκεια της επιδημίας διαταράχθηκε κάθε προϋπάρχουσα εμπιστοσύνη. Με την απομόνωση των νοσηλευομένων με Covid-19 και την πλήρη απαγόρευση επαφής με τους οικείους τους καταργήθηκαν ουσιαστικά τα δικαιώματα των ασθενών, όπως κατοχυρώνονται από τον Ν.2071/1992 αρθ.47 και τον κώδικα ιατρικής δεοντολογίας Ν.3418/2005, μετατρέποντάς τους σε «γυμνές ζωές». Μαζί με τις προστατευτικές στολές εξαφανίστηκε και το πρόσωπο του υγειονομικού, καθιστώντας δύσκολη την προσωποποίηση της ευθύνης.
Είναι γνωστό ότι, λόγω έλλειψης νοσηλευτικού και άλλου αναγκαίου προσωπικού, οι συγγενείς φρόντιζαν συνήθως για τις ζωτικές ανάγκες των ασθενών, ιδιαίτερα εάν αυτοί δεν μπορούσαν να αυτοεξυπηρετηθούν. Με την πλήρη απαγόρευση προσέγγισης, πώς καλύπτονται αυτές οι ανάγκες; Πόσο επιβαρύνει αυτή η συνθήκη την έκβαση τους;
Τα νοσοκομεία και πριν την πανδημία, λόγω της μεγάλης έλλειψης δομών πρωτοβάθμιας υγείας, βρίσκονταν υπό πίεση. Ιδιαίτερα τους χειμερινούς μήνες, η ασφυξία στα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών, τα ράντζα στους διαδρόμους των παθολογικών κλινικών καθώς και η έλλειψη κρεβατιών ΜΕΘ ήταν ένα πολύ συχνό φαινόμενο. Δεν αποτελούσε όμως αντικείμενο δημοσιότητας διότι ήταν η κανονικότητα και για τα ΜΜΕ και για τις κυβερνήσεις.
Με την έναρξη της πανδημίας, η κύρια αιτιολόγηση του lockdοwn ήταν η αποφυγή της ανεπάρκειας και κατάρρευσης των νοσοκομείων λόγω του φόβου ανεξέλεγκτων κοινωνικών αντιδράσεων. Όμως, παρά τη μεγάλη διάρκεια του, τα νοσοκομεία ουσιαστικά κατέρρευσαν. Οι χρονίως πάσχοντες και τα μη επείγοντα περιστατικά παραμελήθηκαν λόγω κλεισίματος των τακτικών ιατρείων και της μετατροπής των περισσότερων κλινικών, ακόμη και ολόκληρων μεγάλων νοσοκομείων, σε «μονάδες Covid», χωρίς να υπάρξει αντίδραση.
Η Αριστερά στη συντριπτική της πλειοψηφία αποδέχθηκε από την αρχή την κυρίαρχη αφήγηση για την πανδημία. Δεν αμφισβήτησε καν την τρομολαγνεία που καλλιεργείτο με κάθε μέσο. Δεν αναρωτήθηκε άραγε μέχρι σήμερα, σχεδόν δύο χρόνια μετά, μέσα σε ποιο παγκόσμιο ιστορικό περιβάλλον εμφανίστηκε το πρόβλημα; Αν είναι αμιγώς υγειονομικής φύσεως; Ποιο είναι το μέγεθος, η βαρύτητα και οι ιδιαιτερότητες του; Με τί μέτρα μπορεί να αντιμετωπιστεί και αν αυτά που λαμβάνονται μπορούν να το λύσουν;
Η Αριστερά, που από τις καταβολές της γνωρίζει, βιωματικά και θεωρητικά, ότι κανένα πρόβλημα δεν μπορεί να λυθεί προς όφελος της κοινωνίας ερήμην της, βλέποντας εξ αρχής την τερατώδη προσπάθεια που γινόταν για διόγκωση του κινδύνου θανάτου από τη νόσο και την τρομολαγνεία, όφειλε ν’ απαιτήσει να δημοσιοποιούνται όλα τα υγειονομικά στοιχεία ώστε να φανούν οι πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος, και να διεκδικήσει ορθολογικά κοινωνικά και υγειονομικά μέτρα αντιμετώπισης. Να αμφισβητήσει την εφαρμογή μαθηματικών μοντέλων στη πραγματική ζωή (τα οποία πολύ γρήγορα διαψεύστηκαν, χωρίς να νοιώσει κανείς την ανάγκη να απολογηθεί για τις συνέπειες τους). Αντίθετα, αποδεχόμενη την κυρίαρχη αφήγηση, περιορίστηκε σε μια γενικόλογη απαίτηση για πρωτοβάθμια υγεία, κρεβάτια εντατικής, προσλήψεις, επίταξη του ιδιωτικού τομέα και μαζικό εμβολιασμό.
Δεν είδε τη σημασία που έχει η προτεραιότητας της φροντίδας των ασθενών σε πρωτοβάθμιο επίπεδο εκτός νοσοκομείων. Αν είχε φρεναριστεί η διάχυση του πανικού, θα μπορούσαν οι περισσότεροι ασθενείς με ήπια και μέτρια νόσο, χωρίς υποκείμενα νοσήματα, να νοσηλεύονται σε ανθρώπινες συνθήκες με ασφάλεια στο σπίτι τους, με την παροχή ιατρικής περίθαλψης κατ’ οίκον. Θα μπορούσαν οικειοθελώς ιδιώτες γιατροί (παθολόγοι, πνευμονολόγοι και γενικοί) να τους παρακολουθούν με αμοιβή από το κράτος. ( Υπενθυμίζω ότι το υπουργείο συζητούσε να γίνεται κατ’ οίκον εμβολιασμός από ιδιώτες γιατρούς με αμοιβή.) Με την εξωνοσοκομειακή περίθαλψη της πλειοψηφίας των αρρώστων θα μπορούσε να μειωθεί η πίεση στα νοσοκομεία, να λειτουργούν αυτά κανονικά για όλα τα νοσήματα και να έχουν λιγότερους ασθενείς τα τμήματα Covid-19, με συνέπεια την καλύτερη λειτουργία. Θα μπορούσαν έτσι να μειωθούν και οι ανάγκες σε κλίνες εντατικής θεραπείας, διότι στην πορεία της νόσου, εκτός από την προϋπάρχουσα γενική κατάσταση της υγείας του ασθενούς, το ιικό φορτίο, την υποστήριξη (υγρά, τροφή, βιταμίνες), σημαντικό ρόλο παίζει η αντιμετώπιση των συμπτωμάτων και η στενή παρακολούθηση για την έγκαιρη αντιμετώπιση επιπλοκών, όπως μικροβιακής επιλοίμωξης και άλλων, που επιβαρύνουν πολύ την εξέλιξη. Ένα καθόλου αμελητέο πλεονέκτημα είναι ότι οι ασθενείς δεν θα ήταν εκτεθειμένοι σε ανθεκτικά νοσοκομειακά μικρόβια. Επιπλέον, στα αρχικά στάδια της νόσου, θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ορθολογικά φάρμακα που έχει διαπιστωθεί η αποτελεσματικότητα τους, και να γίνουν επιπροσθέτως μελέτες.
Το σημαντικότερο όμως και πλέον ανεξήγητο είναι η συστράτευση και εμμονή της αριστεράς στα εμβόλια σαν πανάκεια για τη λύση του προβλήματος· ενώ, πριν καλά-καλά πάρουν την άδεια κυκλοφορίας «υπό προϋποθέσεις», είχαν συνδεθεί μέσω του «green pass» με την επιτήρηση. Ήταν οφθαλμοφανές ότι το εμβόλιο θ’ αποτελούσε εργαλείο για τον ψηφιακό έλεγχο της κοινωνίας, και θ’ ακολουθούσε υποχρεωτικότητα για όσους δεν πειθαναγκάζονται με μέτρα και απειλές. Ακόμα και η επιβολή της υποχρεωτικότητας δεν άγγιξε τα αντανακλαστικά της Αριστεράς: μάλλον είναι νεκρή ή σε κώμα…
Εμμονικά συνεχίζει να υποστηρίζεται απ’ όλους ο μαζικός εμβολιασμός ακόμη και στα παιδιά, ενώ δεν διατρέχουν κίνδυνο βαριάς νόσησης απο τον ιό, με ένα εμβόλιο που δεν έχει ολοκληρωθεί καν η τρίτη φάση των κλινικών μελετών του, με το πρόσχημα της δημιουργίας «τείχους ανοσίας», αγνοώντας τις άμεσες σοβαρές παρενέργειες (μυοκαρδίτιδες, περικαρδίτιδες), την πιθανότητα μεσομακροπρόθεσμων προβλημάτων και την παρεμπόδιση απόκτησης φυσικής ανοσίας – ισχυρότερης και μεγαλύτερης διάρκειας απο την εξάμηνη που, όπως λέγεται, προσφέρει το εμβόλιο.
Βρισκόμαστε σήμερα με εμβολιασμένο πλήρως το 60% του πληθυσμού περίπου, σε ένα τρίτο κύμα που ξεκίνησε από τον Ιούλιο, με δείκτη θετικότητας να πλησιάζει το 2 και αρκετές εισαγωγές στα νοσοκομεία και τις ΜΕΘ. Η εικόνα είναι παρόμοια με την περσινή του τρίτου δεκαήμερου του Οκτώβρη. Οι ανεμβολίαστοι απαγορεύονται σε κλειστούς χώρους και κυκλοφορούν με τεστ σε μαζικούς (χώρους εργασίας, μέσα μεταφοράς). Οι εμβολιασμένοι δεν έχουν κανέναν περιορισμό. Είναι όμως γνωστό ότι και οι εμβολιασμένοι κολλούν τον ιό και τον μεταδίδουν. Τα στοιχεία των τεστ, στη συντριπτική πλειονότητα. προέρχονται απο ανεμβολίαστους λόγω της υποχρέωσης τους σε συχνούς ελέγχους Δεν γνωρίζουμε καθόλου τί δείκτης θετικότητας στον ιό υπάρχει στους εμβολιασμένους και αν, όσοι κόλλησαν τον ιό και τον πέρασαν με συμπτώματα ή όχι, και δεν έχουν εμβολιαστεί, τον κολλούν και τον μεταφέρουν. Ταυτόχρονα, οι αριθμοί που δημοσιοποιούνται για τις εισαγωγές στα νοσοκομεία, τις ΜΕΘ και τους νεκρούς δεν ξεχωρίζουν τις δύο ομάδες.
Με αυτά τα δεδομένα δεν είναι δυνατό να βγει κανένα συμπέρασμα σχετικά με την επίδραση του εμβολίου στη μείωση της διασποράς, στη νόσηση και τη σοβαρότητα της· αν πρέπει να παρθούν μέτρα, και για ποια ομάδα· αν εξασθένησε η ανοσία· αν χρειάζεται τρίτη δόση σε όλους για να επιβιώσουμε και αυτό το εξάμηνο. Θα χρειαστεί μήπως και τέταρτη; Έχει γίνει μελέτη κόστους/οφέλους εάν συνεχίσουμε έτσι με τα εμβόλια; Από τον μέσο όρο επταημέρου τού δείκτη θετικότητας του ιού, φαίνεται ότι δεν έπεσε ποτέ κάτω απο 1 στη διάρκεια του 2021 και ήταν κάτω από απο 2 μόνο κατά τα διαστήματα από 13/9 ώς 13/7 και από 13/9 ώς 31/10τουλάχιστον. Για να βγουν τεκμηριωμένα συμπεράσματα κι εναλλακτικές στρατηγικές χρειάζεται να υπάρχουν και να δημοσιοποιούνται όλα τα προαναφερθέντα στοιχεία τουλάχιστον, με αξιοπιστία και διαφάνεια. Διότι δεν συγχωρείται για άλλη μία φορά να πούμε, όπως με τα μνημόνια, there is not alternative.
Κώστας Παπούλης (εκπαιδευτικός): «Covid-19»: Η Μεγαμηχανή του Φιδιού
1. Το αυγό του φιδιού. Ο τρόμος που καλλιεργούν ΜΜΕ και ελίτ οδηγεί ένα κομμάτι της μάζας στην ταύτισή της με το κράτος. Ο φόβος τούς σπρώχνει να βλέπουν την εξουσία ως τον πατέρα τους που τους χάριζε ασφάλεια όταν ήταν παιδιά (όπως ακριβώς το ανέλυε ο Ράιχ στην Μαζική ψυχολογία του φασισμού). Εδώ, ο πατέρας —στη Γερμανία έλεγαν: «ο Φύρερ ξέρει»— γίνεται κάτι πιο αόριστο: η εξουσία, η κυβέρνηση, η επιστήμη ξέρει…
Ο φασισμός σε κάθε ιστορική στιγμή εμφανίζεται με άλλα χαρακτηριστικά, όμως πάντα είναι πρωτόγονος. Γι’ αυτό ακριβώς στην δημόσια συζήτηση επικρατεί ο κρατικός και «επιστημονικός» μονόλογος, ενώ ποινικοποιείται πλέον και διώκεται κάθε άλλη άποψη. Η εμφάνιση του λογικού επιχειρήματος κλονίζει το οικοδόμημα. Στις μάζες, έλεγε ο Χίτλερ, δεν μιλάς με μόρφωση, αποδείξεις κι επιχειρήματα αλλά με τα αισθήματα.
Δαιμονοποιούνται κάποιες κατηγορίες πληθυσμού, στις οποίες αποδίδεται η «αποτυχία» των μέτρων… Οι νέοι, οι απείθαρχοι, οι ανεμβολίαστοι, κ.λπ. γίνονται ο εσωτερικός εχθρός. Έτσι κατασκευάζεται το απαρτχάιντ με συναίνεση μερίδας της μάζας, η οποία στη Δύση είναι και υπερβολικά γερασμένη. Mια τέτοια συναίνεση δεν θα μπορούσε να κατασκευαστεί το ’68, όταν είχαμε στο προσκήνιο την γενιά των baby-boomer.
2. Γιατί οι ελίτ κατέβασαν τα ρολά (επ’ αόριστον). Είναι αφελής όποιος πιστεύει ότι το κεφάλαιο στη Δύση δημιούργησε μια παρατεταμένη κατάσταση έκτακτης ανάγκης για το καλό της ανθρωπότητας. Τα χρηματιστήρια στη Δύση είναι μια απέραντη φούσκα που μόνο με απευθείας χρηματοδότηση από τις Κεντρικές Τράπεζες μπορούσαν να διασωθούν. Αυτό έγινε με αφορμή τον Covid και τα έκτακτα μέτρα. Οι πλούσιοι έγιναν πλουσιότεροι.
Σε διεθνές επίπεδο, οι δυνάμεις του κεφαλαίου, των αφεντικών και των πολυεθνικών κερδίζουν μια πρωτοφανή μάχη απέναντι στην εργασία και στη δημοκρατία που θυμίζει μια νέα πρωταρχική συσσώρευση. Τα δημοκρατικά δικαιώματα στη Δύση καίγονται. Η τηλεργασία ως μέθοδος ολοκληρωτικού ελέγχου και πλήρους απομόνωσης των εργαζομένων αυξάνει με γεωμετρική πρόοδο. Η τηλεκπαίδευση το ίδιο. Η συγκεντροποίηση κεφαλαίου και επιχειρήσεων επίσης. Τα κέρδη πολλών πολυεθνικών και συγκεκριμένων κλάδων, κ.λπ. κ.λπ.
Εδώ ζούμε την ελληνική εκδοχή αυτής της επίθεσης που λόγω αντικειμενικών συνθηκών είναι και η πιο σκληρή στη Δύση. Ακολουθούν σε αυταρχισμό η Ιταλία και η Γαλλία που, δεν είναι τυχαίο, είναι επίσης χώρες της Ζώνης του Ευρώ με οξυμένα προβλήματα. Διότι αν η Δύση παρακμάζει οικονομικά, αν π.χ. η Ευρωζώνη που στην ίδρυσή της εκπροσωπούσε το 25% του παγκόσμιου ΑΕΠ σήμερα είναι στο 15% και σε λίγο θα πλησιάσει το 10%, εμείς είμαστε ακριβώς στον πάτο του βαρελιού. Η ελληνική οικονομία είναι καταχρεωμένη και διαλυμένη.
Ο αντίπαλος της Δύσης, η Κίνα και η Ανατολή, δεν αποτελούν μια εργατική πίεση —όπως παλαιότερα η ΕΣΣΔ— για κοινωνικό κράτος και ισότητα, αντίθετα λειτουργούν ως αντίβαρο στις δυνάμεις της ελευθερίας, ως ένα (πετυχημένο) οικονομικό και κοινωνικό υπόδειγμα ολοκληρωτισμού.
Κοινωνίες που αντιστέκονται σθεναρά, η επιχειρούν να αντισταθούν, είναι είτε κάποιες με βαθιά δημοκρατική παράδοση, όπως π.χ. η Σουηδία, η είτε αυτές που προσπαθούν να βάλουν φίλτρα στην κεφαλαιοκρατική παγκοσμιοποίηση. Η Σουηδία είναι η ζωντανή απόδειξη ότι τα «υγειονομικά» μέτρα δεν είναι υγειονομικά.
3. Η ψηφιοποίηση του ελέγχου του πληθυσμού μέσω του «πράσινου πάσου» θα εξελιχτεί με ταχύτητα που θα θυμίζει την έκρηξη του Βεζούβιου και την καταστροφή της Πομπηίας. Ο Μαρξ κάποτε έγραφε: «Το ίδιο το κεφάλαιο είναι η κινούμενη αντίφαση: προσπαθεί να περιορίσει τον χρόνο εργασίας στο ελάχιστο, ενώ από την άλλη πλευρά θέτει τον χρόνο εργασίας σαν μοναδικό μέτρο και πηγή του πλούτου». Σήμερα, από τη μία υπάρχει περίσσευμα εργασίας και τεράστια αύξηση της παραγωγικότητας που προμηνύει ακόμη μεγαλύτερο περίσσευμα· από την άλλη το σύστημα κρατήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες στις ΗΠΑ και σε μια πλειάδα δυτικών χωρών, εκτός ίσως των υπερπλεονασματικών, όχι από τους μισθούς αλλά από τον δανεισμό των νοικοκυριών. Συγχρόνως, η παγκοσμιοποίηση και οι εργάτες-επιστήμονες-νομάδες περιορίζουν περισσότερο και συνεχώς το μερίδιο της εργασίας. Ο καπιταλισμός αλλάζει πάλι μορφή. Οι παλιές μεσαίες τάξεις καταστρέφονται, τμήμα τους γίνεται λούμπεν προλεταριάτο. Πρέπει να ελεγχθούν.
4. Δεν μπορούν οι «ειδικοί» να καθορίζουν την ζωή. Δεν είναι δυνατόν χάριν κάποιου αόριστου «γενικού»-«υγειονομικού» συμφέροντος να ρυθμίζεται η ζωή και να καταλύεται κάθε αρχή δικαίου. Σήμερα, βέβαια, δεν υπάρχει καν υγειονομικό συμφέρον. Αλλά σε μια υποθετική κοινωνία του μέλλοντος, θα μπορούσαν ή θα έπρεπε άραγε οι «ειδικοί» να κυβερνούν; Η πιο εύστοχη απάντηση έχει δοθεί από έναν άλλο πρόγονο της Αριστεράς – απλώς την υπενθυμίζουμε: «Οι σοφοί, δηλ. οι επιστήμονες που θ’ αποκτήσουν την εξουσία, θεωρώντας τούς υποταγμένους ανθρώπους σαν σάρκα σε πνευματική και κοινωνική εξέλιξη, θα τους μεταχειριστούν σαν κουνέλια, που τα γδέρνουν με πρόσχημα τον δρόμο του μέλλοντός τους». (Μπακούνιν).
5. Το πολιτικό κενό: Μπορεί κάποιοι προσωρινά να κερδίζουν, αλλά δεν κυριαρχούν. Η υπερδεκαετής οικονομική κρίση, σε συνδυασμό με τα ασφυκτικά αστυνομικά μέτρα, τον εξαναγκασμό και τον αποκλεισμό λόγω «πανδημίας», έχει δημιουργήσει ένα μεγάλο ρήγμα στην ελληνική κοινωνία, με πιο μεγάλο βάθος στη νεολαία που δέχεται και την πιο μεγάλη επίθεση. Ένα ρεύμα αντίστασης, δημοκρατίας κι ελευθερίας, ακέφαλο και ακηδεμόνευτο, έχει εμφανιστεί σε όλη την Ευρώπη και ήδη στη χώρα μας έχει δημιουργήσει ένα τεράστιο πολιτικό και κοινωνικό κενό. Ένα ρεύμα που επιχειρείται να κατασυκοφαντηθεί από πολλές πλευρές ως «ακροδεξιό», θρησκόληπτο, κ.ά.
Η εποχή θυμίζει τα χρόνια μετά τις πλατείες, και αυτό οδηγεί στην ανάγκη της πολιτικής και κοινωνικής συσπείρωσης όλων όσων θέλουν να βαθύνουν το στίγμα των δυνάμεων της Δημοκρατίας, της Ελευθερίας και της Εργασίας – και θέλουν να νικήσουν μαζί τους.
Avant-Guard: Για την πολιτική δράση στην εποχή του κορωνοϊού
Έπειτα από σχεδόν δύο χρόνια ζωής με τον κορωνοϊό, μπορούμε πλέον να ορίσουμε με σχετική ασφάλεια κάποιες βασικές διαστάσεις του. Πρόκειται για μια ίωση η οποία είναι επικίνδυνη για συγκεκριμένες ηλικιακές, κοινωνικές και κλινικές ομάδες του πληθυσμού, με παγκόσμια πλέον εξάπλωση, η οποία τείνει όσο περνάει ο καιρός να γίνεται ενδημική. Ο ιός γίνεται πιο μεταδοτικός (μετάλλαξη Δ), όμως φαίνεται επίσης να γίνεται λιγότερο επικίνδυνος. Τα εμβόλια που αναπτύχθηκαν για να καταπολεμήσουν τον κορωνοϊό αποτέλεσαν ένα σημαντικό όπλο για την προστασία των πιο ευάλωτων, καθώς μειώνουν σημαντικά τον κίνδυνο σοβαρής νοσηλείας, χωρίς όμως να περιορίζουν τη μετάδοση. Παρ’ όλ’ αυτά, φαίνεται ότι συγκεκριμένες ιατρικές πρακτικές και φαρμακευτικές αγωγές είναι πολύ πιο αποτελεσματικές στην αντιμετώπιση των συμπτωμάτων του κορωνοϊού και χωρίς τις παρενέργειες —ακόμα και θανατηφόρες— που καταγράφονται, έστω και σε μικρό ποσοστό, του εμβολιασμένου πληθυσμού.
Ενώ λοιπόν η αντικειμενική κατάσταση παρουσιάζει αυτή την εικόνα, οι διάφοροι φορείς της αστικής διακυβέρνησης έσπευσαν όλον αυτό τον καιρό να βομβαρδίσουν την κοινωνία με μια τεράστια γκάμα τρομοκρατικών αφηγημάτων, τα οποία εντέλει οδηγούν σε ένα συμπέρασμα: κινδυνεύουν και είναι επικίνδυνοι όλοι για όλους. Η ιατρική απολυτότητα θύμιζε την οικονομική γλώσσα της περιόδου του μνημονίου, αλλά και την εθνικιστική γλώσσα περί αναθεωρητικής Μακεδονίας και Τουρκίας. Να ακούτε τους γιατρούς, όπως ακούγατε τους οικονομολόγους και τους στρατηγούς!
Πάνω σε αυτή τη τρομοκρατία, τα λοκντάουν και τώρα οι υποχρεωτικοί εμβολιασμοί θεωρήθηκαν μονόδρομος για την καταπολέμηση του κορωνοϊού, τη στιγμή που στο διεθνές πεδίο υλοποιήθηκαν ριζικά διαφορετικές στρατηγικές, πολύ πιο επιτυχημένες ακόμη και στη στενά νοούμενη βιολογική σφαίρα. Η ιατρική και η επιστήμη πολιτικοποιήθηκαν άγρια, έχασαν την αξιοπιστία τους και το μόνο που τους απέμεινε ήταν οι λευκές ρόμπες. Το βασικό ερώτημα που προκύπτει είναι: η επιστημονική άποψη —συγκριτικά με τις προεπιστημονικές μορφές γνώσης— κρίνεται άραγε από την αυστηρή μέθοδο, τον τρόπο ανάλυσης, επεξεργασίας και τον αναστοχασμό των εννοιών και των εμπειρικών δεδομένων ή ταυτίζεται με όποιον φοράει απλώς τα ράσα;
Η επίκληση της επιστημονικής γνώσης με σκοπό την νομιμοποίηση πολιτικών αποφάσεων φαίνεται ότι είναι η κατεύθυνση της άρχουσας τάξης. Οι Τσιόδρες —σύμβολο υποβιβασμού της επιστήμης στο επίπεδο της υγιεινιστικής προπαγάνδας— πλέον εμφανίζονται παντού. Στα ζητήματα της κλιματικής αλλαγής, η «επιστημονική» απάντηση είναι η αυτοενοχοποίηση και η ατομική ευθύνη για το αποτύπωμα του άνθρακα και την παραγωγή πλαστικών· στην ψηφιακή επανάσταση, η «επιστημονική» απάντηση είναι η μεγέθυνση της επιτήρησης σε όλο το εύρος και μήκος της κοινωνικής ζωής καθώς και η αντικατάσταση της ενσώματης και συναισθηματικά διαμεσολαβημένης ζωής από την εξατομικευμένη τηλε-εργασία, τηλε-εκπαίδευση και τηλε-διασκέδαση. Η ραγδαία είσοδος του ψηφιακού στη ζωή μας υλοποιήθηκε με τέτοιον τρόπο ώστε να οδηγήσει στην κοινωνία-φυλακή. Την στιγμή λοιπόν που οι νέες τεχνολογίες θα μπορούσαν να συμβάλουν στην υπέρβαση πολλών αντικειμενικών περιορισμών, στο πόσον ελεύθερο χρόνο έχουμε και στην αναβάθμιση της ποιότητας της ζωής, στρέφονται αντιθέτως στην περαιτέρω εγκαθίδρυση των περιορισμών, της εξατομίκευσης και νέων μορφών «σκλαβιάς».
Οι αλλαγές στον καταμερισμό εργασίας, η καταστροφή μορφών χειρωνακτικής εργασίας, είναι ένα αντικειμενικό γνώρισμα της κοινωνίας που έρχεται. Δεν γνωρίζουμε ακόμα ποια θα είναι η σημασία της τεχνητής νοημοσύνης, της γιγάντωσης της υπολογιστικής ικανότητας στο εγγύς μέλλον. Όμως είναι βέβαιο ότι οι νέες τεχνολογίες θα υπαχθούν στους αλλότριους σκοπούς της κερδοφορίας και της πολιτικής καταστολής των καταφρονημένων αυτού του κόσμου. Από αυτή την άποψη η εμπειρία αυτού του ενάμιση χρόνου με τον κορωνοϊό είναι ένα παράθυρο στο είδος της πολιτικής που έρχεται. Οφείλουμε να ασκούμε κριτική απέναντι στα ερωτήματα και τον προσανατολισμό της επιστήμης και των νέων τεχνολογιών. Όποιος δεν το κάνει θα βρεθεί λίαν συντόμως στη θέση να υποστηρίζει —εξ αριστερών— τις αξίες και τις πολιτικές της κοινωνικής αντίδρασης.
Η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης που έχει κηρυχθεί, υποτίθεται για να περιορίσει της διασπορά του κορωνοϊού, όχι μόνο παραμένει σε ισχύ αλλά καθημερινά εγκαθιδρύεται σε όλες τις πτυχές της κοινωνικής ζωής. Η επίθεση βρίσκεται εν εξελίξει, σφραγίζοντας το πολιτικό μέλλον. Στο εδώ και το τώρα επιχειρείται στην Δύση ένα σχέδιο απομόνωσης όσων δεν επιθυμούν να συνταχθούν με την ρητορική της κορωνο-προπαγάνδας. Ο εμβολιασμός δεν παρουσιάζεται απλώς ως ένας τρόπος επιπλέον ατομικής «θωράκισης» αλλά ως κριτήριο συναίνεσης με την κυρίαρχη πολιτική. Βρισκόμαστε μπροστά σε διαδικασίες οικοδόμησης μιας κοινωνίας διακρίσεων, με σκοπό την περιθωριοποίηση όσων δεν έχουν τυποποιηθεί ως βιολογικώς κατάλληλοι να συμμετέχουν σε κοινωνικές διεργασίες. Αυτή η προσομοίωση απαρτχάιντ, πέραν του ότι λειτουργεί προς την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση σε ό,τι αφορά τον κορωνοϊό, αποτελεί και μια εξαιρετική ευκαιρία επίλυσης από την πλευρά του κράτους όλων εκείνων των ανειλημμένων υποχρεώσεων που είχε απέναντι στο ταξικό, ανταγωνιστικό κίνημα. Όσο περισσότερο χρόνο τούς δώσουμε, τόσο λιγότερο χρόνο και χώρο θα έχουμε για το χτίσιμο της δικής μας πολιτικής. Η συναίνεση στην τρομο-υστερία του κορωνοϊού συνιστά αλλοίωση της πολιτικής μας κουλτούρας, πράγμα το οποίο οδηγεί στον αναχωρητισμό από τα εγκόσμια καθώς όλοι θα φοβόμαστε για την προσωπική μας υγεία.
Είναι σαφές ότι μπροστά σε αυτές τις τρομακτικές αλλαγές, η «κόπρος του Αυγεία», αυτό που εννοούσε ο Μαρξ ως ιστορικά και πολιτισμικά κληροδοτήματα του Μεσαίωνα, η Εκκλησία, οι προλήψεις, ο οπισθοδρομικός Ρομαντισμός, θα αντιδράσουν από το δικό τους μετερίζι. Η όντως υπάρχουσα πτέρυγα του ανορθολογισμού, το παπαδαριό, οι φασίστες και οι εθνικιστές διαβάζουν όλες αυτές τις εξελίξεις άκρως επιθετικά. Η ακροδεξιά και ο εθνικισμός, ως πολιτική αποκρυστάλλωση της «κόπρου», αντιδρούν σαν αυτόνομο πολιτικό υποκείμενο στις εξελίξεις αυτές. Η αριστερά και η αναρχία δεν πρέπει να κάνουν το λάθος να θεωρήσουν ότι θα μπορέσουν να οικοδομήσουν κάποιο συλλογικό αγώνα με αυτούς που θέλουν να επαναφέρουν τα παραδοσιακά απαρτχάιντ. Ιδίως έπειτα από τις εξελίξεις στην Σταυρούπολη, οι οποίες σαφώς και επικοινώνησαν με το κίνημα των ακροδεξιών «αντιεμβολιαστών» και με τα μακεδονικά συλλαλητήρια, πρέπει να μεριμνήσουμε, όχι απλώς για την περιθωριοποίηση, αλλά για το τσάκισμα αυτών των στοιχείων.
Contra Dystopia: Ποιος λοιπόν θα αντισταθεί;
Τον τελευταίο ενάμισι χρόνο η παγκόσμια κοινότητα ήρθε αντιμέτωπη με μια πρωτόγνωρη κατάσταση, τη λεγόμενη «πανδημία του Covid-19». Οι εξουσιαστές και οι διαχειριστές του κράτους προσπάθησαν να μας πείσουν ότι βρισκόμαστε σε πόλεμο και σε αυτόν τον πόλεμο ο εχθρός είναι αποκλειστικά ο ιός. Στον «πόλεμο» αυτό οι κυβερνώντες επέβαλαν ένα καθεστώς έκτακτης ανάγκης, αναστέλλοντας το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνικής μας ζωής και των δραστηριοτήτων που στηρίζονταν στη διαπροσωπική επαφή και αλληλεπίδραση. Η πραγματική ζωή δαιμονοποιήθηκε, χαρακτηρίστηκε «επικίνδυνη για τη δημόσια υγεία», για να δώσει τη θέση της στην καραντίνα, τον εγκλεισμό στο σπίτι και την υποχρεωτική τηλεκπαίδευση και τηλεργασία με ελάχιστες έως ανύπαρκτες κοινωνικές και πολιτικές αντιστάσεις απέναντι στη ριζική αναδιάρθρωση των οικονομικών και κοινωνικών σχέσεων που συντελείται κι επιβάλλεται από το κράτος μέχρι και σήμερα.
Απέναντι λοιπόν σε αυτό το δυστοπικό παρόν που μας εισάγει σε μια νέα κανονικότητα αναδύεται ένα καίριο ερώτημα: υπάρχει αριστερή απάντηση, ή είναι και η ίδια η αριστερά κι ο ευρύτερος χώρος υπό διερώτηση κι επαναπροσδιορισμό περιεχομένου σε αυτόν τον βιοπολιτικό ολοκληρωτισμό που έχει εγκαθιδρυθεί;
Αυτό που παρατηρούμε μέχρι σήμερα είναι ότι, όπως ήταν αναμενόμενο, τα κόμματα τόσο της κοινοβουλευτικής όσο και της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς δεν έφεραν καμία απολύτως αντίσταση, συμπορεύτηκαν ενάμιση χρόνο τώρα με τα κυβερνητικά μέτρα που αφορούν την αντιμετώπιση της επιδημίας, επιβεβαιώνοντας για άλλη μια φορά την υποταγή τους και την αφομοίωσή τους στο καθεστώς της φιλελεύθερης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Ενώ θα περίμενε κανείς ότι μέσα σε αυτόν τον κοινωνικό βούρκο ο αντιεξουσιαστικός χώρος θα αποτελούσε μιαν αχτίδα φωτός, ουσιαστικά συνέβη το αντίθετο. Στη διάρκεια της πρώτης καραντίνας, ο κόσμος ήρθε αντιμέτωπος με κάποιες καταστάσεις που μέχρι το 2019 έμοιαζαν εξωπραγματικές, όπως η έγκριση εξόδου από τον αριθμό 13033, ο περιορισμός της ελεύθερης μετακίνησης έως τρείς ώρες, απαγόρευση κυκλοφορίας από νομό σε νομό και, φυσικά, υποχρεωτική τηλεκπαίδευση σε μαθητές και φοιτητές. Η μαζική αντίδραση του αναρχικού χώρου ήταν ανύπαρκτη, ενώ ακόμη και τα μέσα αντιπληροφόρησης δεν έθιγαν ουσιαστικά τα κοινωνικά προβλήματα που δημιούργησε το lockdown στην μαζική ψυχολογία της κοινωνίας, ούτε φυσικά υπήρξαν καλέσματα αντίστασης. Αντίθετα, λίγους μήνες αργότερα και αφού η κυβέρνηση επέβαλε υποχρεωτική χρήση μάσκας σε εσωτερικούς κι εξωτερικούς χώρους, καθώς και σε σχολεία και χώρους εργασίας, ένα μεγάλο μέρος του α/α χώρου χαιρέτησε το μέτρο αυτό του κράτους σαν μια προσπάθεια ανάκτησης της χαμένης κοινωνικής μας ζωής, συκοφαντώντας και λοιδορώντας όσους συντρόφους εναντιώθηκαν στους μηχανισμούς πειθάρχησης της κοινωνίας.
Ωστόσο η πολιτική κατρακύλα δεν έχει τελειώσει. Στη διάρκεια της δεύτερης καραντίνας, η οποία ήταν σκληρότερη από την πρώτη (καθώς διήρκησε περισσότερους μήνες και υπήρξε απαγόρευση κυκλοφορίας αρκετές ώρες το εικοσιτετράωρο), το μεγαλύτερο μέρος του χώρου δεν αντέδρασε. Μόνον όταν μπήκε σ’ εφαρμογή το «γαλάζιο σχέδιο ελευθερίας» της κυβέρνησης άρχισε να φαίνεται πως ο χώρος αναλαμβάνει δράση, αλλά η δράση δεν ήταν εκείνη που θα περίμενε κάποιος από έναν πολιτικό χώρο που υπόσχεται κοινωνική απελευθέρωση και ολική χειραφέτηση.
Πράγματι, το μεγαλύτερο μέρος του α/α χώρου αγκάλιασε το σχέδιο της κυβέρνησης για υποχρεωτικό/μαζικό εμβολιασμό, υιοθετώντας άκριτα τη συκοφαντική κρατική και μιντιακή εκστρατεία υπονόμευσης της πολιτικής αμφισβήτησης στο κυρίαρχο αφήγημα και ταυτίζοντας την πολιτική κριτική με συνωμοσιολογία, ανορθολογισμό, ακόμη και με νεοναζισμό («ψέκες», «νεοναζί», κ.λπ.) Αποτέλεσμα της στάσης αυτής δεν ήταν μόνο η παραχώρηση των ηνίων του αγώνα κατά της υποχρεωτικότητας στα ακροδεξιά μορφώματα, αλλά και με την στάση του ο αναρχικός χώρος συνέδραμε την κυβέρνηση στο στήσιμο ενός σύγχρονου απαρτχάιντ.
Ενώ το μεγαλύτερο κομμάτι, τόσο της ευρύτερης αριστεράς όσο και του αναρχικού χώρου, είχε προσαρμοστεί εξαρχής στο καθεστώς έκτακτης ανάγκης, κάποιες δυνάμεις του ανταγωνιστικού κινήματος από την αρχή της νέας δυστοπίας εναντιωθήκαμε στα κυβερνητικά μέτρα, τόσο με τον γραπτό μας λόγο σε μέσα αντιπληροφόρησης και blogs όσο και με τη δράση μας στο δρόμο. Στις 2 Οκτώβρη 2021, στην Αθήνα και Θεσσαλονίκη, με τη μαζική πορεία κάποιων αριστερών και αυτόνομων/αναρχικών ομάδων, δόθηκε μια πρώτη απάντηση απέναντι τόσο στο κράτος όσο και στα κομμάτια εκείνα της αριστεράς και της αναρχίας που επιμένουν να αναπαράγουν την ίδια ρητορική αποπολιτικοποίησης της υγειονομικής συνθήκης.
Απέναντι λοιπόν στο κράτος που έχει αναλάβει σε ύφος τμήματος μάρκετινγκ των φαρμακευτικών να μας πειθαρχεί και να μας τιμωρεί ανάλογα με το πόσες φορές σηκώνουμε το μανίκι να τσιμπηθούμε για το «καλό» μας, κι απέναντι στα δεκανίκια του από τον ευρύτερο αριστερο/αναρχικό χώρο που επιτρέπει την υγειονομική αστυνομία στα πανεπιστήμια, την επιβολή διαχωρισμών με την επίδειξη πιστοποιητικών και θεωρεί ότι το σκανάρισμα κάθε κυττάρου της ζωής μας είναι αναγκαίο κακό, αφού το σώμα δεν μπορεί να έχει ιερότητα σε καιρούς πανδημίας, εμείς αντιτασσόμαστε με όσα μέσα διαθέτουμε σε αυτόν τον παραλογισμό και προσπαθούμε να επινοήσουμε τα μέσα αντίστασης που θα αποφέρουν μια μικρή αχτίδα ελπίδας στον ζόφο. Μια ελπίδα που βγαίνει αυτή τη στιγμή ιστορικά από τη χαραμάδα του αναγκαίου και ριζικού επαναπροσδιορισμού εννοιών, υποκειμένων και πολιτικών σχηματισμών, προκειμένου να δώσει χώρο σε νέες σχέσεις, ερμηνείες και αποτελέσματα. Σε αυτόν τον βιοπολιτικό ολοκληρωτισμό που με αλαζονεία και έπαρση λέει ότι το σώμα ανήκει στην εξουσία κι έρχεται να δημιουργήσει σε αυτή τη βάση ένα αδιανόητο υγειονομικό/πολιτικό απαρτχάιντ, η δική μας απάντηση δεν θα έρθει ούτε από την αριστερά ούτε από τον ευρύτερο χώρο της αναρχίας: θα είναι από τη φωτιά και τις στάχτες του παλιού που πεθαίνει και δίνει τη θέση του σε νέα μέσα και υποκείμενα δυναμικής πάλης.
Γιάννης Πάνου (αρχιτέκτων): Δεν θα λογαριαστούμε Μετά - θα λογαριαστούμε ΤΩΡΑ!
Όσοι με γνωρίζετε, διακρίνετε υποθέτω το κίνητρό μου γι’ αυτή την πρωτοβουλία η οποία έγινε ομολογώ εν θερμώ, γιατί η κατάσταση που εκτυλίσσεται γύρω μας γίνεται όλο και πιο αφόρητη και πιεστική και οι συντεταγμένες πρωτοβουλίες που όλοι θα προσδοκούσαμε δεν φαίνονται στον ορίζοντα.
Βρισκόμαστε κλεισμένοι στα σπίτια μας με μια καταχρηστική κήρυξη Κατάστασης Έκτακτης Ανάγκης, πολιορκημένοι ταυτόχρονα από έναν ιό κι ένα καθεστώς τρόμου, φυλακισμένοι σε μια γκρίζα περιοχή της πραγματικότητας όπου δεν είμαστε σε θέση να εκτιμήσουμε τα όρια της αλήθειας και του ψεύδους, του πραγματικού κινδύνου και της πολιτικής του εκμετάλλευσης από το καθεστώς, τόσο διεθνώς όσο και στη χώρα μας.
Φαίνεται ότι το πολιτικό προσωπικό της χώρας όλων των αποχρώσεων, κοινοβουλευτικό και εξωκοινοβουλευτικό με ελάχιστες αποκλίσεις, έχει αποδεχθεί το «καθεστώς εξαίρεσης» που μας έχει επιβληθεί, βρίσκεται σε πανικό και παράλυση και οδηγείται σε ηττοπαθείς πρωτοβουλίες καμπάνιας τύπου «Θα λογαριαστούμε μετά» προσπαθώντας απλώς να συγκρατήσει οργανωτικά τα μέλη του από την φυσική αγανάκτηση, τον διαρκή ατομικό φόβο και την πολιτική τους αγωνία για τις πρωτοφανείς στα χρονικά κρατικές πρακτικές.
Η εκτίμησή μου είναι ότι αν δεν λογαριαστούμε ΤΩΡΑ, δεν θα λογαριαστούμε ΠΟΤΕ.
Για τα συντεταγμένα κόμματα που προσβλέπουν απλά στην κοινοβουλευτική τους επόμενη μέρα, το «Θα λογαριαστούμε μετά» σημαίνει λευκή επιταγή στους χειρισμούς της κυβέρνησης με συνακόλουθη εγκατάλειψη του λαού στην τύχη του. Μόνο που δεν του το λένε. Δεν λέγονται ποτέ έτσι αυτά τα πράγματα. Βυθίζονται πάντα σε έναν μυστικιστικό εξ αποκαλύψεως λόγο αντίστοιχο με τη θρησκευτική παρηγορία του μελλοντικού παραδείσου.
Ορισμένοι από εμάς δεν έχουμε ούτε αυτές τις φιλοδοξίες ούτε αυτή την πολυτέλεια· όπως δεν την είχαμε το 2011 με το κίνημα των πλατειών στο οποίο συμμετείχαμε, παρά κι ενάντια στην εκφρασμένη επιφύλαξη ή και εχθρότητα του επίσημου πολιτικού κόσμου της χώρας από τα δεξιά έως τα αριστερά.
Η πρωτοβουλία αυτή, τουλάχιστον από πλευράς μου, δεν φιλοδοξεί να είναι ένα δημόσιο πολιτικό βήμα που να διεκδικεί μια θέση επιρροής και ισχύος απέναντι στην κοινωνία. Γι’ αυτό και προτείνουμε να διατηρηθεί τουλάχιστον σε πρώτο στάδιο σαν ένας χώρος κλειστός, μια «ομάδα ιδιωτική» (κατά το fb), ομάδα δηλαδή ορατή μόνο στα μέλη της, με αντικείμενο την ανταλλαγή απόψεων, κειμένων, συμβουλών και υποστήριξης, συντονισμού και διάδοσης εκτιμήσεων επιστημονικών και πολιτικών, μεταφραστικής δραστηριότητας από τον διεθνή τύπο και άλλα που θα μπορούσαν να προταθούν απ’ όποιον έχει σκέψεις πάνω σε αυτό. Αυτό προϋποθέτει υποχρεωτικά τον κανόνα του αλληλοσεβασμού και του μη προπηλακισμού από κανέναν προς κανέναν για οτιδήποτε εκφράζεται στο εσωτερικό της ομάδας μέσω αναρτήσεων ή σχολίων. Εξ άλλου, αυτά όλα θα μένουν και θα διατηρούνται στο εσωτερικό της ομάδας.
Η συμμετοχή μας στην ομάδα αυτή δεν προϋποθέτει ευρύτερες πολιτικές και ιδεολογικές συμφωνίες αλλά εναπόκειται στην εμπιστοσύνη μας στον καθένα και καθεμία που συμμετέχει στην ομάδα. Όπως με εμπιστοσύνη ανταποκριθήκατε στο αρχικό κάλεσμα, την ίδια κατ’ αρχήν εμπιστοσύνη θα δείξουμε και σε όσους ακόμα φίλους ανταποκριθούν στα καλέσματα που θα κάνει ο καθένας από εμάς σε άλλους.
Καμία γνώμη και καμία άποψη κανενός άλλου από εμάς δεν δεσμεύει κανέναν απ’ όσους συμμετέχουμε στην ομάδα αυτή που συγκροτείται με συγκεκριμένους σκοπούς. Αυτό σημαίνει ότι ο καθένας συνεχίζει τις δημόσιες παρεμβάσεις του όπου και όπως μπορεί: είτε με έκφραση απόψεων είτε με παρεμβάσεις και δημόσιο λόγο ή πράξεις στους χώρους που ζει, εργάζεται ή δρα.
Η ομάδα αυτή φιλοδοξεί να συμβάλλει στη στήριξη και την επάρκεια του καθενός στο επίπονο έργο της επιβίωσης και της υπεράσπισης των δικαιωμάτων μας στην υγεία και τη δημοκρατία, όχι να τον καθοδηγήσει στην πορεία αυτή. Αν μελλοντικά αποφασιστεί, ας υποθέσουμε, και η ανάγκη για μια δημόσια πλατφόρμα έκφρασης γνώμης, αυτό θα γίνει με τη δημιουργία μιας άλλης, διαφορετικής από την παρούσα «ιδιωτική ομάδα».
Πρωτοβουλία Δράσης ενάντια στον υποχρεωτικό εμβολιασμό και τα κατασταλτικά μέτρα-Δεν μας χωρίζει κανένα εμβόλιο: Κοινός αγώνας ενάντια στα κατασταλτικά μέτρα της κυβέρνησης
Η κυβέρνηση και ο κρατικός μηχανισμός, προσπαθώντας να κρύψουν τις ευθύνες τους για την τραγική και τραγελαφική διαχείριση της υγειονομικής κρίσης του Covid-19, έχουν σηκώσει την παντιέρα της «ατομικής ευθύνης» και της «αντικοινωνικής συμπεριφοράς των ανεμβολίαστων». Τους μήνες που πέρασαν, η νεολαία που δεν συμμορφωνόταν, οι διαδηλωτές, οι μετανάστες που κυκλοφορούσαν ανεξέλεγκτα, κοκ. ήταν οι αποδιοπομπαίοι τράγοι. Τώρα οι φταίχτες είναι οι ανεμβολίαστοι, ενώ τα καλοταϊσμένα ΜΜΕ σιγοντάρουν από κοντά.
Ο υποχρεωτικός εμβολιασμός έρχεται σαν συνέχεια της κατασταλτικής πολιτικής της γενικευμένης καραντίνας και του lockdown. Οι απαγορεύσεις κυκλοφορίας-συναθροίσεων-συγκεντρώσεων, τα «εξοδόχαρτα»/SMS, η «ψηφιοποίηση» της εκπαίδευσης, τα πρόστιμα, δεν εξυπηρετούν κανέναν απολύτως υγειονομικό σκοπό. Εδώ κι ενάμιση χρόνο με αφορμή τον κορονοϊό επιχειρείται η τρομοκράτηση και υποταγή των εργαζομένων και της νεολαίας, καθώς και το χτύπημα των ταξικών/κοινωνικών αγώνων.
Φυσικό επακόλουθο, η περαιτέρω διάλυση των κοινωνικών δομών και υπηρεσιών. Η κυβέρνηση δύο χρόνια τώρα υποβαθμίζει κι ερημώνει την δημόσια υγεία, την ίδια ώρα που αγοράζει Rafaele και νέο εξοπλισμό για την αστυνομία. Όπως μας είχε προϊδεάσει από τον Νοέμβρη του 2020, τα παίζει όλα για όλα στην «πανάκεια» του εμβολίου (!) και βοηθώντας τον ιδιωτικό τομέα υγείας να αυξήσει τα υπερκέρδη του. Δεν χαριζόμαστε σε τίποτα στην άθλια εξουσία του κράτους και των κυβερνώντων. Απαιτούμε όσα μας ανήκουν σε υγεία, οικονομία, εργασία, παιδεία, κοινωνική προστασία, περιβάλλον, δημοκρατικές ελευθερίες.
Οφείλει να διευρυνθεί άμεσα η περίθαλψη-πρόνοια στους υπερήλικες και στις ευπαθείς ομάδες με βαριά υποκείμενα νοσήματα και να δοθούν χρήματα για διορισμούς εκπαιδευτικών, προσλήψεις γιατρών, για νέες νοσοκομειακές μονάδες και σχολικά κτίρια, για πύκνωση των συγκοινωνιών με νέα λεωφορεία, για οικονομική στήριξη σε ανέργους και οικονομικά ασθενέστερους.
Να σταματήσουν οι απολύσεις και οι αυθαιρεσίες εις βάρος εργαζόμενων οι οποίοι δεν θέλουν να εμβολιαστούν. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να λογαριαστεί ως μειονέκτημα το «ανεμβολίαστος» για όποιον ζητά εργασία και απευθύνεται σε εταιρείες που ψάχνουν προσωπικό. Ο εμβολιασμός είναι προσωπική επιλογή. Κάθε εργαζόμενος, κάθε πολίτης πρέπει να έχει την δυνατότητα —εφόσον το επιλέξει— να εμβολιαστεί άμεσα και με ασφάλεια. Αλλά και κάθε εργαζόμενος και πολίτης έχει το δικαίωμα να επιλέξει να μην εμβολιαστεί. Η επιλογή του καθενός δεν προσφέρεται για μπόνους ή κυρώσεις, για προνόμια ή διακρίσεις. Η επιλογή όσων δεν θα εμβολιαστούν δεν μπορεί να γίνεται η αφορμή για καταναγκασμούς, δεν μπορεί να έχει τιμωρητικές επιπτώσεις. Το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, χωρίς καμία ταλάντευση, πρέπει να υπερασπιστεί τους/τις συναδέλφους που επιλέγουν να μην εμβολιαστούν. Πρέπει να τους υπερασπίσει σεβόμενο την επιλογή τους. Η υπεράσπισή τους είναι υπόθεση του ταξικού κινήματος και όχι των ακροδεξιών, των παρεκκλησιαστικών οργανώσεων, της φασιστικής αντίδρασης.
Οι εργαζόμενοι/ες παλεύουμε:
– ενάντια σε νέα γενικευμένη ή μερική καραντίνα, καθώς και στους αντίστοιχους περιορισμούς κυκλοφορίας-συναθροίσεων·
- κόντρα στην επιδίωξη για αποπροσανατολισμό και διχασμό, κόντρα στις κυρώσεις εις βάρος των ανεμβολίαστων εργαζομένων και κάθε ανθρώπου·
– κόντρα στην εγκαθίδρυση μιας κοινωνίας χαφιεδισμού και γενικευμένου αστυνομικού ελέγχου·
– για να υπερασπίσουμε κάθε πολίτη, κάθε άνθρωπο που θα γίνει προσπάθεια να δεχτεί στιγματισμό, πίεση, δίωξη λόγω της προσωπικής του επιλογής·
– για να καταδείξουμε τον πραγματικό ένοχο: το κράτος, τους κυβερνώντες και τις αντιλαϊκές και αντικοινωνικές πολιτικές τους·
– ενάντια, τέλος, στη μιντιακή δικτατορία των δήθεν «ειδικών» που έχει εγκαθιδρυθεί στην δημόσια συζήτηση και τον δημόσιο βίο και τη στοχοποίηση των διαφορετικών απόψεων ή προσεγγίσεων στο θέμα της αντιμετώπισης των υγειονομικών προβλημάτων, κρίσιμων ή μη.
Απαιτούμε:
– Να καταργηθεί ο νόμος για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό. Να ανακληθούν όσες απολύσεις και αναστολές εργασίας έγιναν με αυτό το πρόσχημα·
– κατάργηση του πιστοποιητικού εμβολιασμού. Καμία παραβίαση του ιατρικού απορρήτου·
– δωρεάν τεστ για όλους (εμβολιασμένους ή ανεμβολίαστους). Τα τεστ είναι μέσον έγκαιρης διάγνωσης και προστασίας, όχι μέσο τιμωρίας
– εργαζόμενος που θα μπει σε προληπτική καραντίνα, να μην οφείλει αναπλήρωση των ημερών καραντίνας
- να μην αφαιρούνται ημέρες από την κανονική άδεια του εργαζόμενου/γονέα που θα χρειαστεί να πάρει άδεια ειδικού σκοπού (αν τα παιδιά σταματήσουν να πηγαίνουν στο σχολείο)·
– κάτω ο αντεργατικός-αντισυνδικαλιστικός νόμος Χατζηδάκη που ψηφίστηκε το καλοκαίρι. Όχι στο νέο αντι-ασφαλιστικό τερατούργημα που αφορά την Επικουρική Ασφάλιση·
– όχι διακρίσεις στην πρόσβαση σε δημόσια θεάματα, δημόσιες συναθροίσεις και κλειστούς χώρους (εμπορικά καταστήματα, μαγαζιά εστίασης, κ.ά.). Να ισχύει και για τους ανεμβολίαστους ό,τι ισχύει για τους εμβολιασμένους·
– να καταργηθούν οι νόμοι περιορισμού των διαδηλώσεων-συναθροίσεων-απεργιών·
– να διαγραφούν όλα τα πρόστιμα·
– Να καταργηθεί η πανεπιστημιακή αστυνομία. Κανένας «υγειονομικός έλεγχος» για τη φυσική πρόσβαση σε πανεπιστημιακό χώρο·
– αποσυμφόρηση στις φυλακές και τα προσφυγικά camp.
Καλούμε όλους τους εργαζόμενους/ες και όλους τους πολίτες σε κοινή δράση πέρ’ από τους κατασκευασμένους υγειονομικούς ή άλλου είδους διαχωρισμούς, για την υπεράσπιση των εργασιακών και ατομικών δικαιωμάτων μας.